Ετελείωσε....ετελείωσε...!

Εικόνα
Στις αρχές της χρονιάς, ως Σύλλογος Γονέων του Γυμνασίου μας, επισκεφθήκαμε την υπεύθυνη στην Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου (στην Αγγελάκη). Μας διαβεβαίωσε ότι τα προβλήματα του σχολείου μας (1ο Πειραματικό Γυμνάσιο) είναι ήδη γνωστά και έχει δρομολογηθεί η επίλυση τους.... Εμείς ως σύλλογος, αυτό που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να βάψουμε, τον Μάρτιο, την (χρονίζουσα άθλια κατάσταση) εξωτερική όψη του κτιρίου ( https://bit.ly/36H3hMn ) και να περιμένουμε τις παρεμβάσεις που μας διαβεβαίωσαν.... Εκείνο το διάστημα επισκέφθηκε το σχολείο και αντιδήμαρχος, ο οποίος ιδίοις όμμασι είδε την κατάσταση του προαύλιο χώρου και δήλωσε έκπληκτος (!!) για την κατάσταση του. Λίγες μέρες μετά ήρθαν και δύο κάδοι ανακύκλωσης που είχαμε ζητήσει.... Το πλάνο έλεγε ότι θα πρέπει να ξεκινήσουν οι εργασίες ανάπλασης στην οδό Δαγκλή και της μετατροπής της σε πεζόδρομο/δρόμο ήπιας κυκλοφορίας , για να μπορέσουν να μπούνε φορτηγά έτσι ώστε να γίνει ασφαλτόστρωση της αυλής αλλά και να επ...

Η Σεμέλη...

Μου το διάβασε σήμερα ο γιός μου και μου φάνηκε ενδιαφέρον...

''Με τα χρόνια όμως ήρθαν άνθρωποι άμυαλοι που, είχαν-δεν είχαν, τα κατάφεραν σιγά -σιγά να κάνουν αγνώριστη την πόλη τους.

Αλόγιστα έκοψαν τα δέντρα κι έδιωξαν έτσι τα πουλιά μακριά. Τα σπίτια, που έμοιαζαν με ζεστές αγκαλιές, κατεδαφίστηκαν. Στη θέση τους ξεφύτρωσαν κάτι τεράστια κουτιά, άχαρα και τσιμεντένια. Γκρίζα κουτιά... Ναι, αυτά έλεγαν τώρα για σπίτια τους. Και το χειρότερο: μονάχα λυπημένους και κατσούφηδες ανθρώπους συναντούσες, που, αν τους καλοπρόσεχες, έμοιαζαν γκρίζοι κι αυτοί, λες κι είχαν γλιστρήσει από πάνω τους τα χρώματα όλα. Ούτε μυρωμένο αεράκι πια, ούτε ένα τόσο δα κομματάκι γαλάζιος ουρανός για να τους φεύγει η στεναχώρια.

Σωστή μουντζούρα την κατάντησαν την πόλη τους.


Στη μουντζουρωμένη τούτη πόλη, την γκρίζα, με τους γκρίζους, αγέλαστους ανθρώπους, μεγάλωνε μαζί με τ' άλλα παιδιά και η Σεμέλη.

Το μικρό της μπαλκόνι μόλις που χωρούσε ένα κλουβί για την καρδερίνα της και μια γλάστρα γιασεμί. Συχνά-πυκνά μύριζε το γιασεμί της η Σεμέλη, άκουγε το κελάηδημα της καρδερίνας και σφαλίζοντας τα μάτια ταξίδευε με το νου της πέρα στις εξοχές. Πέρα μακριά, πάνω από δάση, ποτάμια και βουνά πετούσε και σε απέραντα λιβάδια.

Αχ, τι καλά να έμενε για πάντα εκεί! Να σκάλωνε, λέει, καθώς πετούσε, σ' ένα καταπράσινο κλαδί, να γινόταν κι αυτή ένα φυλλαράκι, μια πρωινή δροσοσταλίδα!

Ν’ ανοίξει τα μάτια της δεν τολμούσε. Τα μισάνοιγε μόνο. Φρίκη!... Χιλιάδες αυτοκίνητα και καυσαέριο και κλάξον κάτω απ’ το μπαλκόνι. Κι οι γκρίζοι άνθρωποι να προχωρούν κατσούφηδες, όλο βιασύνη, σαν κουρδιστά στρατιωτάκια.

«Όχι, όχι, δεν είναι πόλη αυτή για μας τα παιδιά», συλλογιζόταν με θλίψη η Σεμέλη. Και συνέχιζε να ονειρεύεται με το μαντίλι κολλημένο στη μύτη, μη και πνιγεί απ’ το καυσαέριο.''

(Χρήστος Μπουλωτής, Η Σεμέλη διώχνει το νέφος, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα)

Σχόλια